Περικλής Σ. Βαλλιάνος
Ο διαχωρισμός Αριστεράς και Δεξιάς έχει νόημα, και μεγάλο μάλιστα. Η
αντιπαράθεση διεξάγεται στις πολιτισμένες χώρες μέσα σε πλαίσιο υποκείμενης
συναίνεσης. Υπάρχει κοινή αποδοχή του συνταγματικού πλαισίου της
κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, χωρίς υπεκφυγές, χωρίς αστερίσκους περί κάποιας
άλλης «αληθινής» δημοκρατίας κτλ. Υπάρχει δέσμευση για την ελαχιστοποίηση της
διαφθοράς, με στιβαρούς ελεγκτικούς θεσμούς που αποκλείουν την κομματική άλωση
του κράτους ή τη χρήση του δημόσιου αξιώματος και για τον ελάχιστο προσωπικό
πλουτισμό.Σε τι αφορά ο γνήσιος διάλογος Αριστεράς-Δεξιάς; Στον τρόπο κατανομής του παραγόμενου κοινωνικού προϊόντος, με σκοπό τη μέγιστη δυνατή συλλογική ωφέλεια. Η Αριστερά προτείνει την αυξημένη φορολογία σε πρόσωπα και επιχειρήσεις, ούτως ώστε να διευρυνθεί το πλέγμα της προστασίας που παρέχεται κατ’ αρχάς στους αδύνατους, αλλά κατόπιν και σε όσο περισσότερους είναι δυνατόν. Η Δεξιά επιχειρηματολογεί ότι η υπέρμετρη αύξηση της φορολογίας θα προκαλέσει μείωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, και άρα μείωση των φόρων που συλλέγει το κράτος, και άρα μείωση της δυνατότητας να χρηματοδοτηθεί το εκτεταμένο κοινωνικό κράτος. Η συζήτηση αυτή είναι ορθολογική και είναι δυνατόν να καταλήξει σε μια κοινώς αποδεκτή λύση που θα ικανοποιεί τις θεμιτές βλέψεις και των δύο πλευρών. Θα συνδυάζει δηλαδή την υγιή επιχειρηματικότητα με το κοινωνικό κράτος. Αυτό έγινε στη δυτική Ευρώπη μεταπολεμικά.
Υπάρχει, πέραν του οικονομικού, και το πολιτιστικό διακύβευμα. Σε ποιο βαθμό δηλαδή ο κρατικός έλεγχος απονευρώνει τη δημιουργικότητα των πολιτών και εκτρέφει ένα ήθος εξάρτησης από τις «ευεργεσίες» του κράτους-παραμάνα. Ομως και εδώ μπορεί κάλλιστα να βρεθεί η χρυσή τομή, με κανένα σκεπτόμενο άνθρωπο να μην υποστηρίζει πλέον την κρατικοποίηση των πάντων.
Κρίσιμο ρόλο εδώ παίζει μια παιδεία που καλλιεργεί την αυτόνομη κριτική σκέψη και δεν έχει σχέση με ιδεολογική κατήχηση, πολλώ δε μάλλον με κομματική στρατολογία. Είναι προφανές πως η διαμάχη Αριστεράς-Δεξιάς στη μεταπολιτευτική Ελλάδα ήταν ψευδεπίγραφη. Γιατί δεν ίσχυε καμία από τις παραπάνω προϋποθέσεις. Κατ’ αρχάς δεν υπήρχε εσωγενές οικονομικό πλεόνασμα για να κατανεμηθεί. Η παραγωγική βάση του τόπου καταστράφηκε συνειδητά. Τα «νέα τζάκια» δήθεν επιχειρηματιών που αναδείχθηκαν δεν ήταν παρά κομματικοί εγκάθετοι που απομυζούσαν τον δημόσιο πλούτο για λογαριασμό των προστατών τους.
Η «κοινωνική πολιτική» ήταν κυρίως σκανδαλώδεις παροχές σε κλειστές φατρίες και προέρχονταν από ανεξέλεγκτο δανεισμό. Οι παρεχόμενες υπηρεσίες στο ευρύ κοινό ήταν χείριστης ποιότητας. Οι μελλοντικές γενιές καταδικάζονταν σε φτώχεια για να εξυπηρετηθεί η ψηφοθηρία των κομματικών ηγεσιών. Η σκανδαλώδης ευημερία των πρωτοπαλίκαρων και των παρακοιμωμένων προϋπέθετε την όλο και μεγαλύτερη εξαθλίωση των πολλών. Για κάθε σύνταξη των τεσσάρων και πέντε χιλιάδων ευρώ στις προνομιούχους ΔΕΚΟ και στα «ευγενή» ταμεία, μυριάδες απόμαχοι της δουλειάς συνθλίβονταν στα τριακόσια και τετρακόσια.
Αποσυνδέθηκε έτσι ο πλούτος από την εργασία και την κοινωνική συνεισφορά. Η εργασία σε κάθε προοδευτική ιδεολογία, είτε φιλελεύθερη είτε σοσιαλιστική, είναι η μοναδική πηγή κάθε αξίας. Αυτός που δεν δουλεύει δεν δικαιούται να τρώει, λέει ο Μαρξ χρησιμοποιώντας συνειδητά τα λόγια του Ευαγγελίου. Στη χώρα μας, αντίθετα, αναδείχθηκε σε ύψιστη αξία το ήθος του κηφήνα, και η ευσυνείδητη δουλειά ονομάστηκε βλακεία.
Η ιδεολογία των κομμάτων ήταν μία και ήταν κοινή: ο παρασιτικός κρατισμός. Μια ιδεολογία ανισότητας και αντικοινωνικής ιδιοτέλειας. Η διαμάχη τους, παρ’ όλη την αριστερή και δεξιά φωνασκία και το μίσος που συνειδητά έσπερναν στον κόσμο, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένας αγώνας για τον έλεγχο του ίδιου χρυσοφόρου συστήματος. Τα πρώτα χρόνια με τον πλήρη ει δυνατόν εξοβελισμό των κομματικών αντιπάλων. Αργότερα, με μια συμφωνία «κυρίων» (εδώ γελάμε βέβαια) για μοιρασιά των προνομιούχων θέσεων με κάποια αναλογία, 6:4 ή κάτι τέτοιο, ανάμεσα στην κυβέρνηση και τη μείζονα αντιπολίτευση.
Και η υπόλοιπη αντιπολίτευση (που «δεν κυβέρνησε») κατακτούσε θέσεις εξουσίας στο τοπικό επίπεδο για να προωθήσει τη δική της πελατεία. Και πίεζε γενικά με την πολιτική και συνδικαλιστική της δύναμη για όλο και περισσότερους διορισμούς με όλο και περισσότερα δάνεια πάνω στην πλάτη του κόσμου. Τότε δεν τους ενδιέφεραν ποσώς οι «τοκογλύφοι», το «επαχθές χρέος» κτλ.
Η αντιπαράθεση Αριστεράς-Δεξιάς πρέπει να αποκτήσει ξανά νόημα. Αλλά πρώτη συνθήκη γι’ αυτό είναι να σαρωθεί η ληστρική κομματοκρατία. Μόνο μετά θα δημιουργηθεί ξανά παραγωγική οικονομία με διεθνείς ορίζοντες. Θα λειτουργήσουν επιτέλους οι δημοκρατικοί θεσμοί. Και θα ξαναγίνει στην κοινωνία μας αξία η εργασία.
Σχετικά άρθρα :
Η δική μας ανέφικτη αστική τάξη
Οι μεγάλες στιγμές απαιτούν μεγάλους ηγέτες κι όχι δογματικούς ηγετίσκους
πηγή : kathimerini
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου