Αναστάσιος Λαυρέντζος
Διαβάζοντας κανείς την πρόσφατη προγραμματική συμφωνία των δύο (πρώην) μεγάλων κομμάτων, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, τα οποία κυβέρνησαν τη χώρα επί δεκαετίες, με έκπληξη διαπιστώνει ότι τα δύο αυτά κόμματα, παρά το έμπειρο και πολυάριθμο στελεχικό δυναμικό τους, ακόμη και σήμερα δεν είναι σε θέση να διατυπώσουν μια ολοκληρωμένη πρόταση για την ανάπτυξη της χώρας. Και αυτό, σε μια στιγμή που η Ελλάδα έχει άμεση ανάγκη την ανάπτυξη, όχι μόνο για να αποκτήσει προοπτική το ενάμισυ εκατομμύριο ανέργων, αλλά και για να μπορέσει επί τέλους η χώρα να απαλλαγεί από την καταστροφική μέγγενη των μνημονίων.
Η πρότασή τους περιορίζεται στη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για την ανάπτυξη της ιδιωτικής επιχειρηματικότητας και στην αξιοποίηση των προγραμμάτων τύπου ΕΣΠΑ. Δηλαδή ουσιαστικά τίποτε νεώτερο από ό,τι ακολουθείται από τη δεκαετία του 1980! Το μόνο νέο ίσως, είναι η νεοφιλελεύθερης εμπνεύσεως αναπτυξιακή φιλοσοφία που προωθεί το μνημόνιο, η οποία βασίζεται στην απορρύθμιση κάθε κανονιστικού πλαισίου και στη δραματική μείωση των συντελεστών κόστους, με κυριότερο το κόστος εργασίας. Το τί πέτυχαν αυτά τα προγράμματα, το ξέρουμε ήδη από τη Χιλή του Πινοσέτ, στην οποία εφαρμόστηκαν τη δεκαετία του ’70. Δεν χρειάζεται λοιπόν να τα δοκιμάσουμε σήμερα, ούτε στην παλαιά τους μορφή, ούτε στη σημερινή τους που ακούει στο όνομα Ειδικές Οικονομικές Ζώνες. Για να είμαστε βεβαίως δίκαιοι, αυτή την έλλειψη στρατηγικής οικονομικής θεώρησης, δεν την εμφανίζουν μόνο τα κόμματα του παλαιού δικομματισμού, αλλά και η «αντιμνημονιακή» αντιπολίτευση, η οποία αρκείται στο να πιστεύει ότι θα διαπραγματευτεί το μνημόνιο αποτελεσματικά, αλλά στο ουσιώδες ζήτημα της ανάπτυξης έως τώρα δεν έχει διατυπώσει μια νέα ριζοσπαστική φιλοσοφία.
Προσωπικά, πιστεύω στη δημιουργική δύναμη της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και θεωρώ ότι αυτή είναι η κινητήριος δύναμη της οικονομικής ανάπτυξης. Όμως οι οικονομικές θεωρίες πρέπει να προσαρμόζονται στις ιδιαιτερότητες κάθε χώρας και στις εκάστοτε συνθήκες. Σε μια χώρα με τη διάρθρωση της Ελλάδας και τα μεγέθη των αγορών της, η ιδιωτική πρωτοβουλία δεν μπορεί από μόνη της να εξασφαλίσει την οικονομική ανάπτυξη και πολύ περισσότερο να τη σχεδιάσει. Είναι αναγκαία και η εμπλοκή του κράτους το οποίο οφείλει να αναλάβει έναν επιτελικό και καθοδηγητικό ρόλο. Σχετικά, δεν υπάρχει τίποτε πιο χαρακτηριστικό από την τύχη που είχαν οι αναπτυξιακοί νόμοι που εφαρμόστηκαν μετά το 1990. Ειδικά για τη Θράκη η γενναιόδωρη παροχή κινήτρων, φορολογικών ατελειών, και πάσης φύσεως επιδοτήσεων, δεν απέδωσε πρακτικά τίποτε, παρά τα βιομηχανικά κουφάρια με τα οποία γέμισαν οι ΒΙΠΕ των θρακικών πόλεων (λ.χ. ΒΙΠΕ Κομοτηνής). Κάποιοι βέβαια ενθυλάκωσαν τις παχυλές επιδοτήσεις και άφησαν πίσω τους τα «αποτυχημένα επιχειρηματικά σχέδια»...
Όσον αφορά τα προγράμματα τύπου ΕΣΠΑ, που κάποτε λέγονταν πακέτα σύγκλισης, «Πακέτα Ντελόρ»... κ.λπ. θα έπρεπε να είναι ήδη σαφές ότι δεν αποτελούν παρά έναν πολύ αναποτελεσματικό τρόπο χρήσης πολύτιμων πόρων. Στην καλύτερη εκδοχή τους είναι ένα άθροισμα παράλληλων (και συχνά ασυντόνιστων) δράσεων, οι οποίες υποτίθεται ότι αναβαθμίζουν συνολικά το επιχειρηματικό περιβάλλον υποβοηθώντας έτσι έμμεσα την ανάπτυξη. Στην πράξη καταλήγουν να είναι μια διαδικασία κατανάλωσης των διατιθέμενων πόρων με υπέρτατο κριτήριο επιτυχίας το κατά πόσον η απορρόφησή τους θα προσεγγίσει το 100%. Βεβαίως μέσα από αυτή τη διαδικασία συχνά επωφελούνται όσοι διαθέτουν την εγρήγορση ή τις προσβάσεις για να διεκδικήσουν αυτούς τους πόρους, χωρίς καθόλου να είναι βέβαιο ότι κάνουν την πιο αποτελεσματική χρήση τους...
Από τα παραπάνω φαίνεται ότι τα δύο μεγάλα κόμματα και ο πολιτικός κόσμος γενικότερα, δεν έμαθαν τίποτε από τη χρεοκοπία της χώρας. Για παράδειγμα δεν αντιλαμβάνονται ότι η Ελλάδα – όχι τώρα που χρεοκόπησε – αλλά εδώ και δεκαετίες, έχει σοβαρό πρόβλημα περιφερειακής ανάπτυξης. Κανένα άλλο κράτος στην Ευρώπη δεν παρουσιάζει παρόμοιο πληθυσμιακό υδροκεφαλισμό με το ήμισυ του πληθυσμού του συγκεντρωμένο σε ελάχιστα αστικά κέντρα και την περιφέρειά του να βρίσκεται σε διαρκή δημογραφική κατάρρευση. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι μόνο στον εθνικά κρίσιμο νομό Έβρου, στην τριακονταετία 1981-2011, όπως προκύπτει από τις επίσημες εθνικές απογραφές, η μείωση πληθυσμού στις εύφορες βόρειες και κεντρικές αγροτικές περιοχές του προσέγγισε το καταθλιπτικό –50% !! Ανάλογη είναι η εικόνα και σε άλλες περιφέρειες της χώρας που ερημώνουν ή έχουν ήδη ερημώσει, γιατί οι τοπικοί πληθυσμοί είναι αδύνατο από μόνοι τους, χωρίς την καθοδήγηση του κράτους, να δημιουργήσουν οικονομικές δομές ανταγωνιστικές στο όλο και πιο αδυσώπητο διεθνές οικονομικό περιβάλλον.
Μια νέα αναπτυξιακή φιλοσοφία
Κλειδί σήμερα για την έξοδο της χώρας από την κρίση είναι η ανάπτυξη των περιφερειών της μέσα από μια νέα φιλοσοφία. Δεν αρκεί η κατασκευή ενός αυτοκινητοδρόμου, η αναβάθμιση ενός λιμανιού ή η ίδρυση ενός πανεπιστημίου (πάγια «αναπτυξιακή» πρακτική των περασμένων δεκαετιών). Το ζητούμενο είναι η δημιουργία ανταγωνιστικών παραγωγικών νησίδων οι οποίες θα αφορούν συγκεκριμένες δραστηριότητες, π.χ. ανάπτυξη βιομηχανίας τροφίμων σε μια περιοχή η οποία διαθέτει τα πλεονεκτήματα για κάτι τέτοιο. Για παράδειγμα, όσον αφορά την παραγωγή τροφίμων, απαιτείται η καθοδήγηση των αγροτών προς νέες μορφές επιχειρηματικότητας (π.χ. παραγωγή επώνυμων προϊόντων, νέες καλλιέργειες), ο συντονισμός τους για την επίτευξη οικονομιών κλίμακας (π.χ. αναδασμός, συνεταιρισμοί νέου τύπου), εγγειοβελτιωτικά έργα, δημιουργία μονάδων επεξεργασίας και τυποποίησης τροφίμων, δημιουργία υποδομών μεταφορών κ.λπ. Για να γίνουν όλα αυτά απαιτείται ένας συγκεκριμένος σχεδιασμός που θα προτεραιοποιήσει και θα ενοποίησει σε ένα σύνολο όλες αυτές τις δράσεις. Κυρίως όμως θα πρέπει να παραχθεί ένα συγκεκριμένο οργανωτικό έργο και να μεταφερθεί τεχνογνωσία από το κέντρο προς την περιφέρεια. Αυτά είναι πράγματα που πρέπει να κάνει το ελληνικό κράτος είτε εντός είτε εκτός μνημονίου.Τέτοιου είδους δράση όμως απαιτεί ένα κράτος με ορθολογικές δομές, στελεχωμένο αξιοκρατικά, και μια πολιτική ηγεσία με όραμα και ικανότητες. Όλα αυτά δηλαδή που η Ελλάδα δεν έχει...
πηγή : Ελληνική Σκέψη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου