«Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ από την ανάγνωση των βιβλίων του Γιόζεφ
Σουμπέτερ ισοδυναμεί με την ακρόαση
μουσικής του Μπετόβεν ή με το ατένισμα ενός πίνακα του Πικάσο. Μπορεί να είναι
προκλητική, ενίοτε εκνευριστική, αλλά ποτέ δεν σε κάνει να βαρεθείς.»
Γόνος αυστριακής οικογένειας βιοτεχνών, ο Γιόζεφ Σουμπέτερ
γεννήθηκε στην πολίχνη της τότε αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας Τριεσχ, η οποία
σήμερα ανήκει στη Δημοκρατία της Τσεχίας και ονομάζεται Τρεστ. Το πατρικό του
σπίτι σώζεται ακόμη και έχει ανακαινισθεί.
Το 1893, όταν ήταν δέκα ετών, ο πατέρας του σκοτώνεται σε
κυνηγετικό ατύχημα και ο Γιόζεφ με τη μητέρα του Ιωάννα έφυγαν από το Τριεσχ,
για να εγκατασταθούν στο Γκρατζ. Λίγα χρόνια αργότερα, μετακόμισαν στη Βιέννη,
όπου ο νεαρός Γιόζεφ έκανε λαμπρές σπουδές στο φημισμένο «Θηρεσιάνουμ»
(1893-1901) και, στη συνέχεια, πήγε στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης, από όπου και
απεχώρησε με τον τίτλο του διδάκτορος οικονομικών επιστημών.
Από τότε μέχρι και το 1909, ο Αυστριακός οικονομολόγος
επισκέφθηκε τα πιο φημισμένα πανεπιστήμια της Ευρώπης (Οξφόρδη, Κέμπριτζ,
πανεπιστήμιο του Βερολίνου, Σορβόνη) και γνώρισε διάσημους οικονομολόγους, όπως
ο Καρλ Μένγκερ, ο φον Σμόλερ, ο Ευγένιος φον Μπομ-Μπάβερκ και ο Λούντιβιχ φον
Μίζες. Επιρρεπής στην πολυτελή ζωή, αλλά και ακαταπόνητος μελετητής, ύστερα από
μία σύντομη αλλά αποδοτική καριέρα στην Αίγυπτο, ο Γιόζεφ Σουμπέτερ κατέληξε
στο άσημο πανεπιστήμιο Τσέρνοβιτς της Ουκρανίας, όπου, όμως, έγραψε το διάσημο
βιβλίο του «Η θεωρία της οικονομικής ανάπτυξης».
Το βιβλίο αυτό γνώρισε πολύ μεγάλη επιτυχία στα τέλη της
δεκαετίας του 1900 και για πρώτη φορά ένας οικονομολόγος περιγράφει με σαφήνεια
και απλότητα τον πολύ αποφασιστικό ρόλο τον οποίο παίζουν οι επιχειρηματίες
στον πραγματικό κόσμο του καπιταλισμού.
Κατά τον Σουμπέτερ, ο επιχειρηματίας δεν είναι άνθρωπος που
διοικεί ένα εργοστάσιο ή ο απλός ιδιοκτήτης μιας εταιρείας. Ο επιχειρηματίας
είναι ο μοντέρνος τύπος του «καπετάνιου» της βιομηχανίας, ο οποίος αναζητά
πεισματικά την καινοτομία.
Εξερευνώντας, πέρα από τις οικονομικές και τις
κοινωνιολογικές πτυχές του επιχειρείν, ο Αυστριακός οικονομολόγος -και
μετέπειτα καθηγητής στο Χάρβαρντ- υπογραμμίζει ότι ρόλος του επιχειρηματία
είναι να υπονομεύει τις παραδοσιακές ταξικές δομές και τη διαρκή έλλειψη
πραγματικών υψηλού επιπέδου δεξιοτήτων.
Με άλλα λόγια, κατά τον Σουμπέτερ, ο τυπικός επιχειρηματίας
είναι εγωκεντρικός σε σχέση με άλλους τύπους ανθρώπων, γιατί ξεφεύγει από τη
μάζα και γίνεται φορέας νέων παραδόσεων, μέσα από την κατάρρευση των παλαιών.
Δηλαδή, στην ουσία, πριν από 100 χρόνια, ο Σουμπέτερ διέλυε τις παλαιές
παραδόσεις στην οικονομική επιστήμη και δημιουργούσε νέες, οι οποίες σήμερα
είναι επίκαιρες όσο ποτέ άλλοτε.
«Ο επιχειρηματίας», έγραφε, «σε αντίθεση με τους κοινούς
εμπόρους και βιομηχάνους, δεν χάνει χρόνο παρακολουθώντας την καθημερινή ροή
της παραγωγής και της κατανάλωσης, αλλά ασχολείται με το μέλλον και τη
διαμόρφωσή του. Ετσι, ο επιχειρηματίας είναι μία ηρωική μορφή, η οποία, πέρα
από το κέρδος, θα πρέπει να δείχνει στους άλλους την υπεροχή του και το
νεωτεριστικό πνεύμα του, αλλά και να μην γίνεται θύμα της επιτυχίας για την
επιτυχία».
Στο πλαίσιο αυτό, πριν από 100 χρόνια, ο Αυστριακός
οικονομολόγος προσδιόριζε πέντε τύπους καινοτομίας, ικανούς να ορίσουν την
πράξη τού επιχειρείν. Η ακριβής λίστα του έχει ως εξής:
α) Εισαγωγή στην αγορά νέων αγαθών ή νέας ποιότητας για ένα
αγαθό, με την οποίαν ο καταναλωτής δεν είναι εξοικειωμένος.
β) Εισαγωγή νέας μεθόδου παραγωγής, η οποία δεν έχει
δοκιμαστεί στην πράξη στο μεταποιητικό κλάδο, όπου μπορεί να αναπτυχθεί.
γ) Ανοιγμα νέων αγορών, στις οποίες τα παραγόμενα από μία
μεταποιητική μονάδα αγαθά μπαίνουν για πρώτη φορά, έστω και αν η συγκεκριμένη
αγορά προϋπήρχε.
δ) Η κατάκτηση νέων πηγών προμηθειών ή πρώτων υλών ή ακόμα
ημικατεργασμένων αγαθών, ανεξαρτήτως αν η πηγή αυτή ήδη υπάρχει ή πρέπει να
δημιουργηθεί.
ε) Η έξοδος από μονοπωλιακές καταστάσεις, με παράλληλη
διάρρηξη των σχέσεων με μονοπώλια, τα οποία είναι, ως εκ της θέσεώς τους,
αντικαινοτόμα.
Είναι πιθανόν, σήμερα, τα παραπάνω να θεωρούνται κοινότοπα.
Δεν ήταν όμως πριν από 100 χρόνια, όταν τα έγραψε ο Γ. Σουμπέτερ, για να τα
επαναλάβουν στη συνέχεια αμέτρητοι οικονομολόγοι, ερευνητές, ιστορικοί και
ειδικοί της ανατομίας των καινοτομιών. Ας σημειωθεί, επίσης, ότι ο Σουμπέτερ,
αντιστρέφοντας τον Καρλ Μαρξ -τον οποίον είχε διαβάσει σε βάθος-, ήταν ο πρώτος
οικονομολόγος που ιστορικά διαχώρισε το κεφάλαιο από τον καπιταλισμό -και, κατ'
επέκταση, από το επιχειρείν.
«Τα επιτελεία του καπιταλιστικού συστήματος», έγραψε,
«βρίσκονται στις χρηματαγορές, δηλαδή εκεί όπου παρέχονται πιστώσεις. Συνεπώς,
οι επενδυτές είναι αυτοί που αποφασίζουν ποια επιχειρηματικά σχέδια αξίζει τον
κόπο να πραγματοποιηθούν και ποια όχι». Διαχωρίζει, έτσι, το επιχειρείν ως ιδέα
από τη χρηματοπιστωτική του βάση.
«Ο τραπεζίτης - επενδυτής δεν είναι ένας απλός μεσάζων
μεταξύ αποταμιευτή και χρεώστη του κεφαλαίου. Στην ουσία, είναι ένας παραγωγός
χρήματος και πιστώσεων, που σημαίνει ότι πρόκειται για τον κατ' εξοχήν
καταναλωτή», έγραφε.
Με αφορμή αυτή την παρατήρηση του Σουμπέτερ, ο Τζον Μέιναρντ
Κέινς είπε κάποτε ότι «δεν υπάρχουν περισσότεροι από πέντε άνθρωποι στον κόσμο
που να καταλαβαίνουν τη νομισματική θεωρία και τη σημασία της δημιουργίας
χρήματος. Ενας από αυτούς είναι και ο Σουμπέτερ».
Ο Κέινς ήταν αυτός που είπε επίσης για το έργο του Αυστριακού
οικονομολόγου ότι «για πρώτη φορά στην οικονομική ιστορία, ένας οικονομολόγος
υπογράμμισε τόσο γλαφυρά τα χαρακτηριστικά της ανάπτυξης μιας οικονομικής
δυναμικής ικανής να φέρει τα πάνω κάτω σε μία στατική κοινωνία».
Στα βιβλία του «Επιχειρηματικοί Κύκλοι» (1939) και
«Καπιταλισμός, Σοσιαλισμός και Δημοκρατία» (1942), ο Γιόζεφ Σουμπέτερ -ο οποίος
το 1919 είχε χρηματίσει υπουργός Οικονομικών στην πρώτη Δημοκρατία της
Αυστρίας, μετά την κατάρρευση των Αψβούργων- αναπτύσσει τη θεωρία της
«δημιουργικής καταστροφής», η οποία σήμερα δεν έχει ούτε μία ρυτίδα. Κατά τον
Αυστριακό οικονομολόγο, «σχεδόν όλες οι επιχειρήσεις είναι καταδικασμένες να
αποτύχουν υπό την πίεση των καινοτόμων ανταγωνιστών τους. Δυστυχώς δε, αρκετοί
επιχειρηματίες αγνοούν ιδίοις εξόδοις το μάθημα αυτό. Και όταν συνειδητοποιούν
τι συμβαίνει, είναι συνήθως αργά. Γι' αυτό, ο επιχειρηματίας πρέπει να διαθέτει
την αίσθηση του επιχειρείν και να σκέπτεται στρατηγικά. Μόνον έτσι θα μπορεί να
δρα δημιουργικά και να προλαμβάνει τις αλλαγές από τους ανταγωνιστές του πριν
αυτές τού επιβληθούν».
Αναπτύσσεται έτσι η σουμπεταριανή θεωρία της «δημιουργικής
καταστροφής», η οποία, κατά τον εμπνευστή της, συνιστά και την πεμπτουσία του
καπιταλισμού ως οικονομικού / κοινωνικού συστήματος και ιστορικού φαινομένου. Ο
Γ. Σουμπέτερ τονίζει ότι «το άνοιγμα νέων αγορών εντός και εκτός μιας χώρας, η
ανάπτυξη της οργάνωσης, από τη χειροτεχνία έως τη βαριά βιομηχανία, και η
στρατηγική, απεικονίζουν την ίδια διαδικασία βιομηχανικής μεταβολής, η οποία
ασταμάτητα και εκ των έσω επαναστατικοποιεί τις οικονομικές δομές,
καταστρέφοντας τις παλαιές και δημιουργώντας καινούργιες».
Υπογραμμίζει δε ότι αυτή η «δημιουργική καταστροφή» αποτελεί
το μέσον επιβίωσης του καπιταλισμού, ο οποίος «είναι μία απίθανη μηχανή
παραγωγής ευημερίας, διότι ο πλούτος που παράγει ξεπερνά κατά πολύ τα ερείπια
που αφήνει πίσω του».
Βεβαίως, υποστηρίζει ο Σουμπέτερ, με τον τρόπο αυτό, ο
καπιταλισμός δημιουργεί και τα αίτια μιας πιθανής καταστροφής του. Γι' αυτό,
κρίνει απαραίτητο τον κοινωνικό του προσανατολισμό, χωρίς όμως αυτός να αναιρεί
την κινητήρια δύναμή του, που είναι η «δημιουργική καταστροφή».
Ο Σουμπέτερ έδινε επίσης μεγάλη σημασία και στις
τεχνολογικές αλλαγές, υπογράμμιζε δε ότι αυτές μπορούν να προέλθουν μόνον από
μεγάλες επιχειρήσεις, για τον απλό λόγο ότι οι τελευταίες έχουν τη δυνατότητα
να επενδύουν μεγάλα ποσά σε έρευνα και ανάπτυξη.
Στην εποχή του, επηρεασμένος από τον επιχειρηματικό
γιγαντισμό στις ΗΠΑ, ο Σουμπέτερ δεν μπορούσε να προβλέψει ποιος θα ήταν μετά
το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ο ρόλος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην οικονομική
ανάπτυξη.
Οπως και να έχουν τα πράγματα, σήμερα, 66 χρόνια μετά την
έκδοση του βιβλίου του «Σοσιαλισμός, Καπιταλισμός και Δημοκρατία», η θεωρία της
«δημιουργικής καταστροφής» είναι επίκαιρη όσο ποτέ άλλοτε. Το ίδιο ισχύει και
για τη σουμπετεριανή προτροπή για έρευνα και ανάπτυξη, εξωστρέφεια, αλλά και
κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων.
Ετσι, δεν είναι διόλου τυχαία η τοποθέτηση ενός διάσημου
οικονομολόγου, όπως ο Ρόμπερτ Χαϊλμπρόνερ, ο οποίος, στο βιβλίο του «Οι
Παγκόσμιοι Φιλόσοφοι» έγραψε ότι «ο Σουμπέτερ, στην εποχή μας, ομιλεί με φωνή
αλαθήτως επίκαιρη».
Γι' αυτό ίσως καλό θα ήταν να αποφάσιζαν κάποιοι εκδότες να
εκδώσουν το μνημειώδες έργο του Αυστριακού οικονομολόγου, το οποίο στην Κίνα
κυριολεκτικώς κάνει θραύση -προς μεγάλη χαρά της «Σουμπέτερ Σοσάιετι», η οποία
έχει έδρα το Γκρατς της Αυστρίας και κατέχει τα πνευματικά δικαιώματα του
μεγάλου οικονομολόγου.
ΑΘΑΝ. Χ. ΠΑΠΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ
πηγή : naftemporiki
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου