Τετάρτη 13 Μαρτίου 2013

Καποδίστριας Ιωάννης: Ο Ιδρυτής Της Ελλάδας - Προεργασία

 
 
 
 
Βιογραφικό
 
 
Η οικογένειά του είναι μια παλαιότατη Βυζαντινή οικογένεια που έφυγε κάποτε από το Βυζάντιο κι εγκαταστάθηκε στο Αρχαίο Δάλμαιο, στις Δαλματικές ακτές κι αργότερα στο Capo d' Istria, απ' όπου πήρε και το όνομά της διότι παλαιότερα λεγότανε Vittori. O πατέρας του ονομαζότανε Αντόνιο Μαρία Βιτόρι Καποδίστρια κι η μητέρα του ήταν από την Κύπρο, ονομαζότανε Διαμαντίνα (Αδαμαντία) Γονέμη. Έτσι ο Καποδίστριας ήταν μίγμα Κέρκυρας και Κύπρου κι αυτό έδωσε σφραγίδα στην εν συνεχεία συμπεριφορά του. Η οικογένεια Καποδίστρια είναι γνωστή κι από άλλους προγόνους του που αναφέρονται σε γεγονότα πριν και μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Ο Νικόλαος Καποδίστριας, είχε διαθέσει τεράστια ποσά στη Κωνσταντινούπολη για ν' απελευθερωθούν πολλοί Κρήτες που είχαν αιχμαλωτισθεί από τους Τούρκους μετά την επανάσταση του 1669 κι είχαν οδηγηθεί στη Βασιλεύουσα. Ο Αλεβίζος Καποδίστριας που ξεσήκωσεν επανάσταση στη Βόρειο Ήπειρο επικεφαλής των κατοίκων της Χιμάρας με τη βοήθεια Ενετών, αλλά κι άλλοι επίσης αγωνιστές που προσέφεραν μεγάλες υπηρεσίες.


 
Ο πατέρας του Καποδίστρια σπούδασε στην Ιταλία στο Πατάβιον (σήμερα Πάντοβα) Νομικά. Εδώ πρέπει να τονίσω πως όσα πανεπιστήμια ιδρύθηκαν στην Ρουμανία, Αυστρία κι Ιταλία την εποχή 1300-1500 κι ανέτηξαν τις επιστήμες (Πανδιδακτήρια ονομάζονταν τότε κι αργότερα Πανεπιστήμια) ιδρύθηκαν όχι από Ρουμάνους, Αυστριακούς ή Ιταλούς, αλλά από Έλληνες, ιδίως από τη Μικρά Ασία. Αφού λοιπόν σπούδασε στην Ιταλία επέστρεψε στη Κέρκυρα κι άρχισε να ασχολείται μ' επαναστατικά κινήματα. Αυτός συνέταξε το 1800, μετά την υποτυπώδη απελευθέρωση της Κέρκυρας και τη θέση της υπό την υψηλή ηγεμονία του Σουλτάνου το πρώτο Σύνταγμα. Πήγε μάλιστα στην Κωνσταντινούπολη, το υπέβαλε στο σουλτάνο κι αυτός το αποδέχτηκε.
Ο Ιωάννης γεννήθηκε στη Κέρκυρα στις 10 Φλεβάρη 1776 κι είχε τον τίτλο του Κόμη. Ήτανε δευτερότοκος γιος αλλά το 6ο παιδί των γονιών του. Υπήρχε ο μεγαλύτερος, ο Βιάρος κι ο μικρότερος, ο Αυγουστίνος. Σπούδασε τα πρώτα γράμματα στο μοναστήρι της Αγίας Ιουστίνης στο προάστειο της Γαρίτσας -σχολείο των αριστοκρατών της εποχής-, από το 1781, όπου έμαθε πολύ καλά Λατινικά, Ιταλικά και Γαλλικά. Το 1788 αναπτύσσεται πολύ έντονα το θρησκευτικό του συναίσθημα και συχνάζει στη Μονή Πλατυτέρας, όπου ο μοναχός Συμεών τονε κατηχεί με πάθος στην ορθόδοξη πίστη. Το 1792 σώζεται από θαύμα, σε ατύχημα με άλογο που το αποδίδει στη Παναγιά τη Πλατυτέρα κι η πίστη του στον Θεό δυναμώνει. 2 χρόνια μετά πηγαίνει στη Βενετία και την επόμενη χρονιά πηγαίνει στη Πάντοβα κι εγγράφεται στο εκεί πανεπιστήμιο, όπου σπούδασε Ιατρική. Αποφοιτά το 1797 στις 10 Ιουνίου κι επιστρέφει αμέσως στη Κέρκυρα όπου εξασκούσε την ιατρική αφιλοκερδώς γιατί ήταν πολύ πλούσιος. Είχε κτήματα στη Κέρκυρα αλλά κι αλλού, τόσο μέσα, όσο και έξω από τα Βαλκάνια. Από τα τέλη του 1798 αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στη πολιτική, ειδικότερα μετα τον πόλεμο των Ρωσωτούρκων εναντίον των Γάλλων. Τότε η οικογένεια Καποδίστρια καταφεύγει στη Κερκυραϊκήν ύπαιθρο και πολεμά με το μέρος των πρώτων. Την επόμενη χρονιά η γαλλική φρουρά παραδίδει την πόλη στους Ρωσώτουρκους και για ένα διάστημα, ο ίδιος διατέλεσε αρχίατρος του τουρκικού στρατιωτικού νοσοκομείου, που ιδρύθηκε τότε στην Κέρκυρα.
Το 1797 τα Ιόνια νησιά, που ήταν έδαφος της Δημοκρατίας της Βενετίας, πέρασαν στον έλεγχο των Γάλλων του Ναπολέοντα, όταν αυτοί κατέλαβαν τη Βενετία. Το 1799, Ρωσία και Τουρκία μαζί, πήραν τα νησιά από τους Γάλλους. Υπό την προστασία της Ρωσίας το 1800, δημιουργήθηκε το πρώτο ανεξάρτητο Ελληνικό Κράτος μετά την 'Αλωση της Κωνσταντινούπολης, η Δημοκρατία της Επτανήσου Πολιτείας. Πρώτος Πρόεδρος της Γερουσίας της Δημοκρατίας, που πήρε διασχίζοντας έφιππος την Κωνσταντινούπολη το 1801 το φιρμάνι της αυτονομίας, ήταν ο Αντώνιος Καποδίστριας, πατέρας του Ιωάννη. Η Μεγάλη Ιδέα της ανασύνταξης της Μεγάλης Ελλάδας γεννήθηκε εκείνη την εποχή στα Επτάνησα.
Το Μάρτη του 1800 τα Ιόνια νησιά ανακηρύσσονται σε υποτελή πολιτεία στον Τούρκο Σουλτάνο, η οποία όφειλε να κυβερνιέται από την αριστοκρατία του τόπου. Ο Καποδίστριας καταρχάς, γίνεται Έκτακτος επίτροπος της τοπικής κυβέρνησης, αργότερα γίνεται Υπαρχηγός και τέλος Γραμματέας της Επικράτειας για τις υποθέσεις εξωτερικών, εσωτερικών κι εμπορίου. Το 1802 ιδρύει την Ιατρικήν Εταιρεία της Κέρκυρας, που τελικά υπήρξε κι ο πρώτος ελληνικός ιατρικός σύλλογος Από τότε αποκτά στενούς δεσμούς με τη Ρωσική Αυλή. Το 1803, με την ψήφιση του Δημοκρατικού Συντάγματος που συνέταξε ο Ιωάννης Καποδίστριας, Πρόεδρος της Γερουσίας εξελέγη ο κόμης Θεοτόκης και Γενικός Γραμματέας της Επικράτειας (Καγκελάριος) ανέλαβε ο Ιωάννης Καποδίστριας σε ηλικία 27 ετών. Λίγους μήνες μετά, ο Θεοτόκης πέθανε και πρακτικά, μόνος Κυβερνήτης της Ιονίου Πολιτείας ήταν ο κόμης Ιωάννης, ενώ ο πατέρας του αποσύρθηκε από την ενεργό πολιτική σκηνή.
Oι Ναπολεόντειοι πόλεμοι δεν άλλαξαν μόνο το ευρωπαϊκό πολιτικό σκηνικό, αλλά προκάλεσαν έντονες ανακατατάξεις και στα κατεχόμενα από τους Οθωμανούς Βαλκάνια. Η ρωσο-τουρκική συνεργασία στα Επτάνησα κράτησε πολύ λίγο. Ο Ναπολέων κατευθυνόμενος στην Αίγυπτο, εξασφάλισε τη φιλία της Τουρκίας, την οποία σκόπευε να χρησιμοποιήσει κι ως δύναμη αντιπερισπασμού των δυνάμεων της Ρωσίας. Η ρωσική διπλωματία απαντώντας, προκάλεσε τη Σερβική Επανάσταση του 1803, ενώ ακολουθώντας γαλλικές συμβουλές, η Τουρκία επετέθη στους πιθανούς Έλληνες επαναστάτες (επιχειρήσεις του Αλή Πασά κατά των Σουλιωτών, 1803-1804, και σφαγή των Καπεταναίων της Πελοποννήσου κατά τη διάρκεια της οποίας εξοντώθηκαν οι περισσότεροι Κολοκοτρωναίοι, ενώ ο Θεόδωρος σώθηκε στη Ζάκυνθο με τη βοήθεια των Μούρτζινων της Μάνης).
Tο 1806, άρχισε ο αναμενόμενος -μετά την ήττα των Ρώσων στο Αούστερλιτς- ρωσο-τουρκικός πόλεμος. Στα πλαίσιά του, οι Τούρκοι (ο Αλή Πασάς των Ιωαννίνων) με τη βοήθεια του Ναπολέοντα (διάθεση πυροβολικού) επιτέθηκαν στη Λευκάδα (Αγία Μαύρα). Όταν ο Αλή Πασάς με στρατό επιχείρησε να καταλάβει τη Λευκάδα, ο Καποδίστριας δέχτηκε να οργανώσει την άμυνα του νησιού και με τις άμεσες ενέργειές του κατάφερε να ματαιώσει τα σχέδια του Αλή Πασά. Εκεί γνωρίστηκε με τον Μητροπολίτη 'Αρτας -αργότερα Ουγγροβλαχίας- Ιγνάτιο, πνευματικό πατέρα των Σουλιωτών (ο οποίος θα παραμείνει φίλος και συνεργάτης του ως το θάνατό του) και τον Κολοκοτρώνη, στον οποίο ανέθεσε πειρατικές επιδρομές με πλοία στο Αιγαίο.
Οργάνωσε μαζί με τον Έλληνα Στρατηγό του ρωσικού στρατού Παπαδόπουλο, τον πρώτο πραγματικό ελληνικό στρατό, προσλαμβάνοντας όχι μόνο τους Σουλιώτες, αλλά και τους Πελοποννήσιους και τους Ρουμελιώτες Καπεταναίους. Στα νώτα του Αλή δημιούργησε αντιπερισπασμούς συντονίζοντας τις επιθέσεις του Κατσαντώνη, του Ίσκου κι άλλων. Για ενίσχυση της Α' Επανάστασης των Σέρβων (1803-1808), ο Νίκος Τσάρας πραγματοποίησε τη μυθική προέλασή του από τον Όλυμπο προς τη Σερβία, σε συνεννόηση με τον Ρώσο Ναύαρχο στο Αιγαίο, Σινιάβιν. O Καποδίστριας, που ασφαλώς ήταν μέτοχος της Μεγάλης Ιδέας για την αναγέννηση της Ελλάδας, στη συγκέντρωση των Καπεταναίων στην παραλία του Μαγεμένου της Λευκάδας, μετά την απόκρουση της επίθεσης του Αλή-Πασά, τους είπε:
«Συντόμως, η Πατρίς θα σας ξανακαλέσει για σκοπό πολύ υψηλότερο».
Το «συντόμως» άργησε, γιατί ο Τσάρος, στη συμφωνία του Τιλσίτ, παρέδωσε να νησιά στο Ναπολέοντα. Tο 1807 λοιπόν, στα Νησιά ξανάρχονται οι Γάλλοι. Ο Καποδίστριας αποσύρεται. Ο Δ. Ρώμας όμως, μαζί με τον Κολοκοτρώνη, προτείνουν στο Γάλλο διοικητή των Νησιών τη συγκρότηση στρατιωτικής δύναμης, που θα εξοπλιζόταν από τους Γάλλους για την απελευθέρωση της Ελλάδας. Η Επανάσταση θα ήταν ελληνο-τουρκική. Σύμμαχος του Κολοκοτρώνη ήταν ο Λαλαίος Τούρκος Αλη-Φαρμάκης. Το σχέδιο σταματάει το 1809, όταν καταλαμβάνουν τα νησιά οι 'Αγγλοι κι ο Καποδίστριας φεύγει για τη Ρωσία. Είχεν ήδη προσκληθεί, μετά την παράδοση της Επτανήσου από τον Τσάρο στον Ναπολέοντα το 1807 με τη συνθήκη του Τελσίτ, στην Αγία Πετρούπολη από τον τότε Υπουργό Εξωτερικών του Τσάρου Ρουμιάντσεφ, με την μεσολάβηση του Ζακυνθινού κόμη Γεωργίου Μοτσενίγου, για να ενταχθεί στη ρωσική Διπλωματική Υπηρεσία. Η φλόγα της «Μεγάλης Ιδέας» αναθερμάνθηκε μετά τη νίκη της Ρωσίας κατά του Ναπολέοντα.
Έφθασε στην Αγία Πετρούπολη στις 16 Ιανουαρίου 1809. Εκεί, στην Αγία Πετρούπολη, χάρη στις ικανοτητές του, κερδίζει την εμπιστοσύνη του Τσάρου και γίνεται Υπουργός των Εξωτερικών και σύμβουλος της κυβέρνησής του. Γίνεται οπαδός της "Πεφωτισμένης Δεσποτείας" δηλαδή του εκσυγχρονισμού της κοινωνίας και των μεταρρυθμίσεων χωρίς όμως την επαναστατική παρεμβολή του λαού.
Τοποθετήθηκε ως υπεράριθμος Ακόλουθος και το 1811 για λόγους υγείας ζήτησε και διορίστηκε κανονικά στη Ρωσική Πρεσβεία στη Βιέννη, ως Ακόλουθος με αρμοδιότητα τις εμπορικές σχέσεις. Στη διάρκεια του Συνεδρίου της Βιέννης, ο Καποδίστριας συναντιέται με όλους τους επιφανείς Έλληνες που συρρέουν εκεί (Μητροπολίτης Ιγνάτιος, 'Ανθιμος Γαζής, Γεώργιος Σταύρου, Ανδρέας Μουστοξύδης, Φίλιππος Χατζής, αδελφοί Μπαλάκη, ο στρατηγός Δούκας που υπηρετούσε στον αυστριακό στρατό, ο Ιωάννης Μαυρογένης, πρόξενος της Τουρκίας στη Βιέννη και άλλοι, μεταξύ των ο Αθ. Τσακάλωφ). 'Αλλωστε, ο Καποδίστριας φρόντισε να γνωριστεί και με όλη την ελληνική κοινότητα. Η μοίρα τα 'φερεν έτσι, ώστε στη Βιέννη, εκεί που γεννήθηκε το κίνημα του Ρήγα, να πάρει σάρκα κι οστά το όραμα της ελευθερίας των Ελλήνων.
Πρώτη κίνησή του στη Βιέννη ήταν η συγκρότηση της Φιλομούσου Εταιρείας, στην οποία πέτυχε να εντάξει ως μέλος και τον ίδιο τον Τσάρο. Δημιούργησεν έτσι, ένα φορέα νόμιμο, μέσα από τον οποίο μπορούσαν να δραστηριοποιούνται οι Έλληνες για τον Σκοπό, αλλά και να συλλέγουν χρήματα για τις τεράστιες μελλοντικές ανάγκες του αγώνα σ' ένα «νόμιμο ταμείο». Δεύτερο βήμα ήταν η δημιουργία του "παράνομου" μηχανισμού της Φιλικής Εταιρείας, που θα διοργάνωνε τον στρατό της Επανάστασης. Η αποστολή ανατέθηκε στους Τσακάλωφ και Σκουφά, που απευθύνθηκαν στις λαϊκές τάξεις. Η Φιλική Εταιρεία, όπως είπαμε, είχεν αόρατη Αρχή, αλλά όχι αρχηγό. Όλων όμως, τα βλέμματα ήταν στραμμένα στον Καποδίστρια. Αν πρέπει η Αρχή να αποκτήσει πρόσωπα, αυτά ήταν ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο Δ. Ρώμας, ο Ιγνάτιος και κάτω απ' αυτούς ο Ανδρέας Μουστοξύδης, ο Αντώνιος Κομιζόπουλος εκ Φιλιππουπόλεως, έμπορος στη Μόσχα, ο 'Ανθιμος Γαζής, ο Παναγιώτης Σέκερης, ο Νικόλαος Παξιμάδης Ιωαννίτης, μεγαλέμπορος στη Μόσχα κι ίσως κι ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος. Οι Κομιζόπουλος και Παξιμάδης ανέλαβαν το έργο της συγκρότησης του επαναστατικού μηχανισμού μακράν του Καποδίστρια κι αυτοί στρατολόγησαν τους Σκουφά και Τσακάλωφ. Ο ρόλος του Σέκερη είναι επίσης σημαντικός, αφού οι Σπηλιάδης κι Αναγνωσταράς δούλευαν στην επιχείρηση του.
Ο Γάλλος ευγενής Αύγουστος Ντε Λαγκάρντ, που μετά τη Γαλλικήν Επανάσταση, έγινε «διάσημος» κοσμικός εμιγκρέ των ευρωπαϊκών αυλών, στ' απομνημονεύματα του για το συνέδριο της Βιέννης (Παρίσι 1843), γράφει εκτενώς για τους δυο διασήμους Έλληνες του συνεδρίου, τον Καποδίστρια και τον Υψηλάντη κι αναφερόμενος στις προσπάθειες προς απελευθέρωσιν της Ελλάδος, αναφέρεται στην «Εταιρεία του Ρήγα», σε μια δεύτερη μυστική εταιρεία πού σχηματίστηκε στην Ιταλία με στόχο να αξιοποιήσει τη γαλλική επαναστατική πολιτική κι επισημαίνει:

"...Όταν ολόκληρος η Ευρώπη ησχολείτο εις την Βιέννην, με τη διαμόρφωσιν της νέας ευρωπαϊκής τάξεως, εσχηματίσθη μια Τρίτη Ελληνική Εταιρεία. Η νέα Εταιρεία ωργανώθει υπό την σημαίαν της θρησκείας κι επιζητούσε την υποστήριξιν του Τσάρου. Ωνομάσθη «Εταιρεία των Φιλομούσων». Το έμβλημά της ήτο ένας δακτύλιος επί του οποίου είχαν χαράξει μία γλαύκα και τον Κένταυρο Χείρωνα... Η στολή των μελών ήταν ολόμαυρη και συνοδεύετο από σκούφο, επί του οποίου απεικονίζονταν μια νεκροκεφαλή κι υπ' αυτήν δύο οστά σταυροειδώς τοποθετημένα. Τα χρώματα της εταιρείας ήταν άσπρο-μαύρο-κόκκινο. Η εταιρεία αυτή έφθασε να αριθμεί 60.000 μέλη. Είχε τέσσαρας μυστικές τάξεις. Ένας πέπλος βαθύτατου μυστηρίου εκάλυπτε την φύσιν της...
...Εις των φλογερωτέρων υποστηρικτών της ήταν ο μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιος. Ο Υψηλάντης ήταν εις εκ των πρώτων μυστών της".
Το 1812, λόγω του συνεχιζόμενου ρωσο-τουρκικού πολέμου, αποσπάστηκε στο Διπλωματικό γραφείο του Αρχιστράτηγου της Στρατιάς του Δούναβη. Εκεί, γνωρίστηκε με τον Έλληνα Στρατηγό Κομνηνό και τον Έλληνα διπλωμάτη Ροδοφοινίκη, που κατηύθυνε τη σερβική Επανάσταση. Μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Βουκουρεστίου, ο Καποδίστριας, αφού φρόντισε να χορηγηθεί άφθονη βοήθεια στους Σέρβους (που εγκαταλείφθηκαν πια μόνοι τους έναντι των Τούρκων), ακολούθησε το νέο αρχηγό του Στρατού του Δούναβη, Ναύαρχο Τσιτσαγκόφ, όταν ανέλαβε αρχιστράτηγος του ρωσικού στρατού που αντιμετώπιζε τον Ναπολέοντα. Έμεινε στο διπλωματικό Γραφείο του Αρχιστράτηγου μέχρις ότου τον κάλεσε κοντά του ο Τσάρος, ο οποίος εκτίμησε την προσφορά του στο μέτωπο (οργάνωσε το δίκτυο συλλογής κι ανταλλαγής πληροφοριών της ρωσικής στρατιάς) και μετά τη μάχη της Λειψίας (1813), του ανέθεσε την αποστολή για την απόσπαση της Ελβετίας από τη γαλλική κηδεμονία και την αποκατάσταση της Ενότητας της χώρας με τη θέσπιση νέου Συντάγματος.
Αφού συνέταξε το Σύνταγμα της Ελβετίας που προέβλεπε την ουδετερότητά της (ήταν ο δημιουργός της Ελβετίας), προσκλήθηκε στο Συνέδριο της Βιέννης ως το πιο χαμηλόβαθμο μέλος της ρωσικής αντιπροσωπείας, διότι ο Τσάρος τον θεωρούσε ικανό να αντιμετωπίσει κι εκεί, τον Μέτερνιχ, όπως τα κατάφερε στην Ελβετία. Στη διάρκεια του Συνεδρίου, ο Καποδίστριας εξελίχθη σε Α' Διπλωματικό Σύμβουλο του Τσάρου και τέλος, σε Υπουργό επί των Εξωτερικών. Οι επιτυχίες και στη νέα του θέση προκάλεσαν το ενδιαφέρον και την εύνοια του τσάρου, κι εστάλη στην επόμενη δύσκολή του αποστολή. Το 1814 στο Παρίσι, πήρε μέρος στην υπογραφή της ειρήνης με τη Γαλλία. Για τις υπηρεσίες αυτές του δόθηκε το παράσημο του Αγίου Βλαδίμηρου. Ο τυπικός διορισμός του σε υπουργό επί των εξωτερικών εκδόθηκε το 1815.
Από τον Ιούνιο του 1814 όμως, η Αγγλία είχε καταλάβει την Κέρκυρα. Από τότε δεν χάνει ευκαιρία, σε κάθε συνάντησή του με τον τσάρο, να του μιλάει για την οικτρή κατάσταση στην οποία βρισκόταν οι ορθόδοξοι της Ανατολής, για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής τους, και για ό,τι είχε σχέση με το ελληνικό πρόβλημα. Με ενέργειές του έγινε έρανος, στον οποίο συνεισέφεραν ο ίδιος ο τσάρος κι άλλα σημαίνοντα πρόσωπα που ήταν συγκεντρωμένα στη Βιέννη. Τα χρήματα επρόκειτο να διατεθούν κατά φράση του Καποδίστρια «...υπέρ των πτωχών Ελλήνων, των διψώντων παιδείαν», με φαινομενικό σκοπό να χρησιμεύσουν για τη συλλογή και τη διατήρηση των λειψάνων των αρχαίων μνημείων. Έτσι πάντως ξεκίνησε η ονομαστή για τη δράση της «Εταιρία των Φιλομούσων».
Μετά την ήττα του Ναπολέοντα αρχίζουν οι συζητήσεις για τη συνθήκη ειρήνης. Ο Τσάρος διορίζει τον Καποδίστρια, σύμβουλο του με δικαιώματα, χωρίς ακόμα να τον κάνει υπουργό εξωτερικών και του ζητάει να διαπραγματευθεί τη συνθήκη. Ο Καποδίστριας αντιμετωπίζει προσωπικότητες όπως τον Ταλεϋράνδο, τον Μέτερνιχ κι απ' όλους τους ιστορικούς αναφέρεται πως ήτανε καλύτερος απ' όλους τους άλλους. Στη συνθήκη που έγινε δε θέλησε, να καταστραφεί τελείως η Γαλλία αν και θα μπορούσε να το είχε κάνει γιατί εκπροσωπούσε μια πολύ μεγάλη δύναμη τη Ρωσία. Ο Ναπολέων είναι εξόριστος στη νήσο Έλβα. Επιστρέφει, γίνεται η μάχη του Βατερλό και φτάνουμε στο 1815 (Από τον Σεπτέμβριο του 1814 και το 1815 για την ακρίβεια) όπου γίνονται φοβερά διπλωματικά γεγονότα. Πρίγκιπες, βασιλιάδες, αυτοκράτορες, ηγεμόνες, διπλωμάτες. Όλη η Ευρώπη αγωνίζεται ώστε να πετύχει κάθε λαός την καλύτερη συνθήκη γι' αυτόν. Εκεί στέλνεται κι ο Καποδίστριας. Τότε είχε προσπαθήσει να πείσει τον τσάρο να μην συναινέσει στη δημιουργία της Ιεράς Συμμαχίας. Το έγγραφο που ο τσάρος έθεσε υπ' όψιν του ο Καποδίστριας το απέρριψε, αλλά ο τσάρος εκείνη την εποχή βρισκότανε κάτω από την επίδραση της βαρώνης Γκρούδενερ, μιας μυστικοπαθούς γυναίκας που τότε κατά σύμπτωση πολέμησε την Ελλάδα, ενώ αργότερα την ωφέλησε. Αυτή έπεισε τον τσάρο να υπογράψει την συνθήκη των Παρισίων και να δημιουργηθεί η Ιερά Συμμαχία.
Μέσα σε τέτοιο ανθελληνικό πνεύμα, γιατί δεν δεχόντουσαν να γίνονται επαναστάσεις κατάφερε ο Καποδίστριας να δεχτούν όλοι: Αγγλία, Γαλλία, Πρωσία, Αυστρία, την απελευθέρωση της Ιονίου πολιτείας. (Τουλάχιστον με την «υψηλή» εποπτεία της Αγγλίας). Ελευθερώθηκε η Ελλάδα σ' αυτό το νησιωτικό σύμπλεγμα. Η συνθήκη υπογράφτηκε τον Νοέμβριο του 1815 κι ήταν μια από τις μεγαλύτερες επιτυχημένες προσπάθειες του Καποδίστρια. Προσπάθησε να πείσει τον Τσάρο ν' απελευθερώσει και την υπόλοιπη Ελλάδα. Η επιθυμία του αυτή ήταν γνωστή στους Ευρωπαϊκούς κύκλους γιατί κατά τη διάρκεια γεύματος, (όπως αναφέρει κι ο Βαλαωρίτης) είχε κάνει πρόποση: «Στην απελευθέρωση όλου του γένους». Όλο το γένος δεν σήμαινε μόνο ο Ελλαδικός χώρος, αλλά η απελευθέρωση από τον Ίστρο ποταμό μέχρι τη Κωνσταντινούπολη και τη Μικρά Ασία. Ο Tσάρος τον άκουσε με προσοχή. Ο Καποδίστριας του έδωσε υπομνήματα (όπως αναφέρει και στην αυτοβιογραφία του) που του περιγράφει τη δύσκολη θέση των Ελλήνων, τη δυστυχία που έχουνε περιέλθει οι ομόδοξοι και ζήτησε τη βοήθεια του Τσάρου. Ο τσάρος τον χτύπησε φιλικά στη πλάτη και του απάντησε: «Το κάθε πράγμα στον καιρό του». Έτσι, τότε, το 1815, το μόνο που πέτυχε ήταν η απελευθέρωση των Ιονίων νησιών. Την επόμενη χρονιά, στις 31 Γενάρη, προβιβάζεται σε μυστικό σύμβουλο, βαθμός που βρισκότανε στη 3η θέση στην ρωσική ιεραρχία.
Το 1817 η Φιλική Εταιρία του πρότεινε ν' αναλάβει την αρχηγία της επανάστασης στην Ελλάδα. Τον επισκέφτηκε στην Πετρούπολη εκ μέρους της Φιλικής Εταιρίας ένας ύποπτος τυχοδιώκτης, ο Ν. Γαλάτης (μακρινός ανηψιός του Καποδίστρια κι ένας από τους πρώτους που στρατολογήθηκαν από τον Σκουφά) και του ζήτησε ν' αναλάβει την αρχηγία της. Εκείνος όχι μόνον αρνήθηκε, αλλά και με αυστηρό τρόπο μίλησε στο Γαλάτη, τονίζοντάς του ότι τα σχέδιά τους μπορούν να παρασύρουν το έθνος στην καταστροφή. Αρνήθηκε, όχι γιατί ήταν φίλος της Οθωμανικής κυριαρχίας στην Ελλάδα, αλλά γιατί από τη φύση του αντιπαθούσε τις επαναστατικές μεθόδους πάλης όπως επίσης και γιατί πίστευε πως η επιλογή δεν ήταν κατάλληλη για την έκρηξη της Εθνικής Επανάστασης. Επιπλέον είχε τη γνώμη ότι μια επανάσταση που θα στηριζόταν σε νέες δυνάμεις δεν θα έφερνε κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Ο Γαλάτης εκτελέστηκε από τον Δημητρόπουλο, κατ' εντολή του Τσακάλωφ, κοντά στις Σπέτσες.
Το 1818 πήρε άδεια από τον τσάρο και πήγε στην Κέρκυρα για να φροντίσει για την υγεία του. Εκεί τον επισκέφτηκαν ο Θ. Κολοκοτρώνης, ο Μ. Μπότσαρης κι άλλοι καπετάνιοι, τους οποίους ενίσχυσε οικονομικά όσο μπορούσε, αλλά και τους δήλωσε πως ο τσάρος δεν έχει καμμιά διάθεση να έρθει σε ρήξη με την Τουρκία και δεν πρέπει να περιμένουν τίποτε αξιόλογο από την πλευρά της Ρωσίας.
Στο τέλος του 1819 ή τις αρχές του 1820, ο Καποδίστριας δέχθηκε στην Πετρούπολη τον Ξάνθο που του πρότεινε ν' αναλάβει την ηγεσία της Φιλικής Εταιρείας, μα και πάλι αρνήθηκε (η ακριβής ημερομηνία δεν είναι απόλυτα διασταυρωμένη) και του υπέδειξε τον Αλέξανδρο Υψηλάντη ως ένα πιθανό καλό ηγέτη. Ο ίδιος ο Υψηλάντης, στην επιστολή του λίγο πριν τον θάνατό τους προς τον Τσάρο Νικόλαο Α' το 1827, γράφει ότι ο Καποδίστριας τον συμβούλευσε και τον παρακίνησε να ξεκινήσει (Δεσποτόπουλος, "Ο Κυβερνήτης Καποδίστριας & Η Απελευθέρωση Της Ελλάδας", 1996). Όπως γράφει η Ανίτα Πρασά:
  "Ο Καποδίστριας θέλησε να χρησιμοποιήσει τον Υψηλάντη, επειδή ήταν στρατηγός του ρωσικού στρατού και οικείος του Αυτοκράτορα και με την έναρξη των εχθροπραξιών θα επιδεινώνονταν οι σχέσεις Ρωσίας-Τουρκίας, ώστε να μπορέσει ο Καποδίστριας να παρασύρει τον Τσάρο σε πόλεμο με την Τουρκία".

Το 1820 στην Πολωνία, ο Καποδίστριας δέχτηκε τον Παναγιώτη Κρεββατά. Αυτός μετέφερε στον Υψηλάντη -που στο μεταξύ είχε αναλάβει επίτροπος της Φιλικής Εταιρείας- το μήνυμα για έναρξη της Επανάστασης από τη Μολδοβλαχία. Ο Υψηλάντης, στις αφηγήσεις του προς την κόμισσα Λούλου Τιρχάιμ και τη μεγαλύτερη αδερφή της Κωνσταντία, σύζυγο του πρεσβευτού της Ρωσίας στη Βιέννη, Αντρέι Ραζουμόφσκι, έλεγε ότι συναντήθηκε με τον Καποδίστρια πριν κηρύξει την Επανάσταση κι ότι του εξέθεσε την πρόθεσή του ν' αρχίσει την εξέγερση από τη Μολδοβλαχία (κυρίως διότι περίμενε βοήθεια από τη Ρωσία) κι ότι ο Καποδίστριας, όπως γράφει ο Υψηλάντης, «συμφώνησε μαζί του και τον ενθάρρυνε». (Στα δικά του υπομνήματα στον Τσάρο Νικόλαο και στους πρέσβεις των Μεγάλων Δυνάμεων, ο Καποδίστριας αναφέρεται στη συνάντηση αυτή και λέει ότι τον απέτρεψε. Και τα δύο κείμενα είναι διπλωματικά κείμενα, που υπηρετούν έναν εν εξελίξει σκοπό και δεν είναι αυτοβιογραφικά -όπως ορισμένοι πιστεύουν- και γι' αυτό ο Καποδίστριας γράφει αυτό που συμφέρει κι όχι την αλήθεια).
Για τη σχέση Καποδίστρια - Υψηλάντη γράφει η Βαρώνη Λουλού Τιρχάιμ (μετάφραση από τα γερμανικά του Καθηγητή Π. Κ. Ενεπεκίδη). Λουλού Τυρχάιμ «Η ΖΩΗ ΜΟΥ - Αναμνήσεις 1788-1819», Μόναχο 1913-1914.

"...Κάθε ημέρα -μετά τον Νοέμβριο του 1827- μας διηγόταν ο Υψηλάντης ένα μέρος της πικρής του μοίρας... Ε, λοιπόν, ο Καποδίστριας δυστυχώς δεν είναι εντελώς ανεύθυνος για την μοίρα του Υψηλάντου.

...Κατά τα άλλα, οι συμβουλές του Καποδίστρια, στον οποίο είχε τυφλή εμπιστοσύνη ο Υψηλάντης, είχαν βέβαια, έναν σκοπό: πώς να εξυπηρετήση την πατρίδα του. Το 1821 ο Καποδίστριας θυσίασε απλούστατα έναν φίλο του...

...Τον χειμώνα του 1819-20, όταν εμείς (σ.σ η Λουλού κι η Κατερίνα) βρισκόμαστε στη Ρωσία, ήρθε ο Υψηλάντης στην Πετρούπολη με μόνο σκοπό να μας δει. Όταν τότε, αρρώστησε για πολλές εβδομάδες, τον επισκέφθηκαν μερικά επίσημα πρόσωπα της «Εταιρείας», ...κι αυτοί του ανέθεσαν χωρίς πολλές διατυπώσεις κι εν ονόματι των συμπατριωτών των την αρχηγία... Ο Υψηλάντης τους παρακάλεσε να του δώσουν τρεις μέρες καιρό για να σκεφθεί την υπόθεση και να μιλήσει με τον Καποδίστρια... Ο Καποδίστριας, που ήταν πληροφορημένος για όλα, επεδοκίμασε μ' ενθουσιώδη λόγια την πατριωτική επιθυμία του φίλου το και του είπε, ότι κι αν η ευρωπαϊκή πολιτική δε θα επέτρεπε στον Τσάρο να κηρυχθεί ανοικτά υπέρ της ελληνικής υποθέσεως, η καρδιά του θα είναι πέρα για πέρα με τους Έλληνες.

...Παρ' όλες τις διαβεβαιώσεις, ο Υψηλάντης ζήτησε να μιλήσει με τον Τσάρο, αλλά ο Καποδίστριας τον εμπόδισε... τον απέτρεψε μάλιστα, από το ν' αποχωρήσει από το ρωσικό στρατό, με τη δικαιολογία ότι το διάβημα αυτό θ' αποθάρρυνε τους Έλληνες της Πελοποννήσου, που βλέπανε στο αξίωμά του, ως Ρώσου αξιωματικού, μίαν απόδειξη της προστασίας του Τσάρου...

...Ο Υψηλάντης, αφού τελείωσε το σχέδιο των επιχειρήσεων, το 'δειξε στον Καποδίστρια, που έμεινε τόσον ικανοποιημένος, ώστε πήδηξε από τη χαρά του, τον αγκάλιασε και τον εγέμισε με εγκώμια".

Όταν ξέσπασε η επανάσταση του 1821, προσπάθησε να πείσει το Ρώσο Αλέξανδρο Α' να επέμβει στρατιωτικά εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, πράγμα που δεν κατάφερε και νικημένος αναγκάστηκε να φύγει από τη Ρωσία το καλοκαίρι του 1822. Αισθάνεται την ανάγκη να βρει τρόπο να δείξει τη συμπαράστασή του στους αγωνιζόμενους συμπατριώτες του. Έτσι έρχεται σε αντίθεση προς τον τσάρο, πράγμα που γίνεται αιτία να του δοθεί, τον Αύγουστο του 1822, απεριόριστη άδεια. Μεταβαίνει στην Ελβετία κι από εκεί, δουλεύοντας εντατικά, προσπάθησε να ξεσηκώσει τη συμπάθεια της Ευρώπης για τους αγωνιζόμενους ηρωικά Έλληνες.

Αποφασίζει λοιπόν πια οριστικά ν' αφήσει τη Ρωσία και να κατέβει για πάντα στην Ελλάδα. Πρώτη του δουλειά ήταν να πουλήσει τα έπιπλά του. Ήτανε καλοκαμωμένα κι ακριβά κι αν τα 'φερνε μαζί του στην Ελλάδα θα ήταν πρόκληση για τους φτωχούς Έλληνες. Τα πούλησεν όλα και κατάφερε να εισπράξει απ' αυτά πενήντα χιλιάδες ρούβλια. Με μια, όλα αυτά τα ρούβλια τα έστειλε σ' Έλληνες σιτέμπορους στην Οδησσό και τους παρακινούσε να προσθέσουν κι αυτοί ό,τι θέλανε. Με όλο το ποσόν θ' αγοράζανε σιτάρι και θα το στέλνανε στους Έλληνες που πεινασμένοι αγωνίζονταν για τη λευτεριά τους. Οι Έλληνες σιτέμποροι της Οδησσού σεβάστηκαν την επιθυμία του και διπλασίασαν τις πενήντα χιλιάδες ρούβλια που τους έστειλε. Φόρτωσαν πέντε καράβια σιτάρι και στείλανε από ένα στα Ψαρά, στην Ύδρα και στις Σπέτσες. Τα άλλα δυο τα στείλανε στ' Ανάπλι για να εφοδιάσουν το στρατό.

Το 1826 πήγε στο Παρίσι, φαινομενικά για λόγους υγείας, αλλά στην πραγματικότητα για να συνεννοηθεί με τους εγκατεστημένους ομογενείς κι άλλους ξένους για την ενίσχυση της ελληνικής υπόθεσης. Για τον ίδιο σκοπό επισκέφτηκε και τις Κάτω Χώρες, πριν επιστρέψει στην Ελβετία.

Πάντα προσπαθούσε να εξασφαλίσει την συμπαράσταση κυβερνήσεων και προσωπικοτήτων υπέρ του αγώνα των Ελλήνων. Πράγματι τελικά δημιουργήθηκε ένας συνασπισμός 'Αγγλων, Ρώσων και Γάλλων εναντίον του Σουλτάνου. Η επιτυχία της Μεγάλης Επανάστασης του 1821 οφείλεται στ' ότι σχεδιάστηκε με πλήρη γνώση της διεθνούς πολιτικής, με βάση τα στρατηγικά δεδομένα στην περιοχή και στηρίχθηκε αποκλειστικά σε ελληνικές δυνάμεις. Η επιτυχής Ελληνική Επανάσταση -γιατί προϋπήρξαν δεκάδες αποτυχημένες εξεγέρσεις, όπως το κίνημα των αδελφών Ορλώφ το 1769- χαρακτηριζόταν από ιδιοφυή σχεδιασμό και προσεκτική επιλογή του χρόνου εκδήλωσής της.

Η κύρια επαναστατική προσπάθεια έγινε στην Πελοπόννησο. Πριν, εκδηλώθηκαν δυο αντιπερισπασμοί. Ο πρώτος στην Ήπειρο, με την επανάσταση του Αλή-Πασά των Ιωαννίνων, που θέλησε να γίνει ανεξάρτητος ηγεμόνας από τον Σουλτάνο κι ο δεύτερος στη Μολδοβλαχία, με το κίνημα του Αλέξανδρου Υψηλάντη το Φεβρουάριο του 1821 (Που σύμφωνα με την επίσημη ιστορία κήρυξε τότε την ελληνική επανάσταση στο Ιάσιο).

Πώς λειτούργησαν οι αντιπερισπασμοί; Για να καταβληθεί η επανάσταση του Αλή-Πασά, στάλθηκε ο στρατός της Πελοποννήσου και της Ρούμελης, ενώ οι Αλβανοί είτε πολεμούσαν με τον Αλή, είτε με τους Τούρκους. Το κίνημα του Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία προκάλεσε φόβους στην Υψηλή Πύλη για πιθανή ρωσική στρατιωτική επίθεση, που για τον λόγο αυτό μετέφερε από τη Μακεδονία και την Θράκη στρατιωτικές δυνάμεις προς τον Δούναβη. Η κύρια επαναστατική προσπάθεια επομένως, έγινε κει που δεν υπήρχαν αξιόλογες τουρκικές δυνάμεις.

Το πόσο συνδυάζεται μ' αυτή τη στρατηγική λογική, η επίσημη εκδοχή για την οργάνωση της επανάστασης από τρεις απλούς λαϊκούς Έλληνες μετανάστες, είναι ένα αξιοπρόσεκτο ερώτημα. Ο μόνος Έλληνας που 'τανε σε θέση να σχεδιάσει αυτές τις κινήσεις, γιατί γνώριζε τα γεωπολιτικά δεδομένα, τις εξελίξεις στις ρωσο-τουρκικές σχέσεις και που μπορούσε να επηρεάσει τη διεθνή πολιτική, ήταν ο κόμης Ιωάννης Καποδίστριας, Υπουργός επί των Εξωτερικών του Τσάρου Αλεξάνδρου Α' από το 1815 ως το 1822.


 
    
 
 
 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου